Σελίδες

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

ΜΑΝΤΙΝΑΔΟΛΟΓΟΙ



                       ΜΑΝΟΛΗΣ  ΒΡΕΝΤΖΟΣ  ή ΝΤΟΥΜΑΝΗΣ
                                      ΜΑΝΤΙΝΑΔΟΛΟΓΟΣ
                        Του Δακανάλη Μανόλη πρώην Αγρονόμου

   Οι Ανωγειανοί έχουν δημιουργήσει διαχρονικά ένα ιδιόμορφο πολιτισμό και εκφράζεται πολύμορφα, στη μεγάλη τους φιλοξενία, στο αστείρευτο χιούμορ, στον αυτοσαρκασμό, στη μυθοπλασία, στο τραγούδι, στη μαντινάδα, στο ριζίτικο, στη λαϊκή τέχνη, στη γέννηση, στο γάμος και τέλος στο θάνατο.
    Το χιούμορ είναι μέρος σε κάθε συζήτηση και διαχρονικό. Δεν τους έλειψε ούτε την κατοχή, ούτε σε περιόδους φτώχειας, ούτε και σε στιγμές θλίψης. Πολλές φορές οι μαντιναδολόγοι απαντούν με εύστοχες μαντινάδες στις διάφορες συζητήσεις.
    Στα Ανώγεια υπάρχουν αρκετοί μαντιναδολόγοι οι περισσότεροι από τους οποίους είναι πασίγνωστοι, είτε από τις εμφανίσεις τους στην τηλεόραση, είτε από βιβλία με μαντινάδες που έχουν εκδώσει. Υπάρχουν όμως αρκετοί άλλοι που βρίσκονται στην αφάνεια, που σε πολλές περιπτώσεις το επιθυμούν και οι ίδιοι. ΄Ενας από τους αφανείς μαντιναδολόγους είναι ο Μανώλης Βρέντζος ή Ντουμάνης. ΄Εχει  βγάλει όπως μου είπε στις 31 Οκτωβρίου 2012 πάρα πολλές μαντινάδες και  τις θυμάται όλες. O Nτουμάνης είναι άτομο χαμηλών τόνων, ευθύς, φιλαλήθης, με χιούμορ, αλλά και πονηρός.  Ασκούσε το επάγγελμα του γεωργοκτηνοτρόφου και σήμερα είναι συνταξιούχος.
      Ο Ντουμάνης ήταν πολύ φίλος με το Λευτέρη Μανουρά ή Σομαρολευτέρη (πέθανε το 2002). Ασκούσε το επάγγελμα του χασάπη και το κρεοπωλείο του το άφηνε πάντα ανοιχτό όλο το εικοσιτετράωρο και εξυπηρετούσε τους πελάτες, οι οποίοι έπαιρναν κρέας, άφηναν τα χρήματα στο συρτάρι ή πήγαιναν την επόμενη μέρα και τα έδιναν  στον ίδιο. Ο Σομαρολευτέρης ήταν πολύ έξυπνος άνθρωπος και υπηρέτησε το Δήμο Ανωγείων  από τη θέση του δημοτικού συμβούλου για πολλές τετραετίες. Γνώριζε τα πάντα για τους Ανωγειανούς και μάλιστα τους ξεχώριζε σε καλόσυρους και κακόσυρους. Νεαρός αγαπούσε τη σύζυγο του Μαρία  ( ζει ακόμα), που κατάγονταν από  την οικογένεια των Βρέντζηδων και ήταν κόρη του Βόλη.  Ο Σομαρολευτέρης έστειλε προξενητάδες και ζήτησε τη Μαρία από το Βόλη, ο οποίος δεν του την έδωσε, γιατί δεν τον ήθελε για γαμπρό του. Αποφάσισε να την κλέψει, συνήθως έτσι γίνονταν, «δε μου τη δίνεις; Εγώ θα την κλέψω». Μια βραδιά περασμένα μεσάνυχτα τοποθέτησε μια σκάλα στο παράθυρο και μπήκε μέσα στο δωμάτιο, που ήταν σκοτάδι. Φαίνεται ότι είχε συνεννοηθεί τη Μαρία,  η οποία τον αγαπούσε και αυτή. Στο δωμάτιο  κοιμόταν δυο αδελφές σε διαφορετικά κρεβάτια. Σήκωσε τη μια μέσα στο σκοτάδι  και την κατέβασε  από τη σκάλα  κάτω στο δρόμο. Τότε  διαπίστωσε, ότι είχε πάρει τη Σοφία. Την ανέβασε πάνω, σήκωσε τη Μαρία και την πήρε. Ο Βόλης το να του κλέψει ο Σομαρολευτέρης τη Μαρία μέσα από το σπίτι,  το θεώρησε μεγάλη προσβολή και δεν του μίλησε σε όλη του τη ζωή. Τα ζευγάρι έκανε μια πολύ μεγάλη πολύτεκνη οικογένεια. ΄Οποιος Ανωγειανός σήμερα θέλει να δείξει την αδιαλλαξία του για οποιοδήποτε θέμα, λέει:  «Θα γίνω Βόλης».
   Ο Σομαρολευτέρης ήταν πάρα πολύ εγωιστής και τοποθετούσε τους Μανουράδες ως πρώτη οικογένεια στα Ανώγεια, ενώ οι άλλες οικογένειες βρίσκονταν πίσω από τους Μανουράδες. Στην άποψη του αυτή ήταν δογματικός και αμετάπειστος .
    Ο Ντουμάνης τον πείραζε πολλές φορές και αναφέρονταν στο ευαίσθητο σημείο του, που ήταν όπως είπαμε η οικογένεια του. ΄Εγραψε λοιπόν μια μαντινάδα και την έδωσε του Μανώλη Σκουλά η Καρά που κάνει καφενείο στο Μεϊντάνι στην πλατεία του ΄Αϊ Γιώργη. Του λέει, να την πεις του Σομαρολευτέρη, να τον πικάρουμε, αλλά να μην του πεις, ότι την έγραψα εγώ. Κάποια στιγμή πήγε ο Σομαρολευτέρης στο καφενείο  του Καρά, κάθισε στην καρέκλα, έπλεξε τα πόδια του, όπως  συνήθιζε  και παράγγειλε καφέ. Του πήγε ο Καράς τον καφέ και κάθισε δίπλα του. Συζήτησαν διάφορα θέματα και στην κατάλληλη στιγμή αναφέρθηκε ο Καράς στις οικογένειες. Ο Σομαρολευτέρης επέμενε ότι είναι πρώτη η οικογένεια των Μανουράδων, χωρίς να μπορεί να του αλλάξει τη γνώμη του ο Καράς. Και τότε του απάντησε με την  παρακάτω μαντινάδα, που είχε γράψει ο Ντουμάνης.
                     Τον πρώτο λόγο στο χωριό τον έχουν οι Σκουλάδες.
                     Και από μεγάλη απόσταση κλουθούν οι Μανουράδες.
  H μαντινάδα  τον πείραξε, δεν παραδέχτηκε,  ότι είναι πίσω οι Μανουράδες και έφυγε από το καφενείο. Συνάντησε το φίλο του τον Ντουμάνη και του έκανε τα παράπονα, γιατί ο Καράς τοποθέτησε τους Μανουράδες σε μεγάλη απόσταση πίσω από τους Σκουλάδες. Ο Ντουμάνης του λέει,  έλα να πάμε να του πούμε μια μαντινάδα που έβγαλα, να τον βάλουμε στη θέση του. Βρήκαν τον Καρά να πίνει καφέ όρθιος έξω από το καφενείο του και του λέει ο Ντουμάνης:
            Πάντα στις δύσκολες στιγμές φαίνονται οι Μανουράδες.
            Και αφήστετα τα ψώματα που λέτε οι Σκουλάδες.
    Ο Καράς έμεινε άναυδος από τη μαντινάδα, αλλά και από τη συμμαχία που έκανε ο Ντουμάνης με το Σομαρολευτέρη.
     Μια άλλη μέρα ο Ντουμάνης για να πειράξει πάλι το Σομαρολευτέρη του λέει την παρακάτω μαντινάδα:
             Σα δε πειράζει βάλετε τρίτους τους Μανουράδες.
             Γιατί είναι πρώτοι οι Βρέντζηδες και δεύτεροι οι Σκουλάδες.
    Η βεντέτα του Ντουμάνη συνεχίστηκε με τις μαντινάδες. ΄Οταν  κάποια στιγμή πήγε στου Καρά το καφενείο και είδε να κάθονται μαζί ο μακαρίτης ο Μύρος Σκουλάς με το Σομαρολευτέρη και τότε τους λέει:
               Θέτε δε θέτε και οι δυο, αρέσει δεν αρέσει.
              Οι Βρέντζηδες την έχουνε πάντα την πρώτη θέση.
  ΄Εμειναν  άφωνοι και οι δύο, γιατί δεν ήταν προετοιμασμένοι να του απαντήσουν με ανάλογη μαντινάδα. ΄Ετσι ο Ντουμάνης με διπλωματικό τρόπο πέρασε τους Βρέντζηδες στην πρώτη θέση, που ήταν άλλωστε και ο σκοπός του, γιατί όπως είπαμε ήταν και πονηρός.
       Στη συνέχεια ο Ντουμάνης μου είπε ακόμα δυο μαντινάδες σχετικές με τον δυνατό  και τον αφανή άντρα.
                Ο  άντρας πούχει ανάστημα, το πρώτο χέρι έχει.
                Γιατί η την ταπείνωση ποτέ δεν την κατέχει.

                 Ο άντρας πούνε αφανής, μόνο τον τόπο πιάνει.
                 Το ίδιο κάνει κι ανεζεί, το ίδιο κι αν ποθάνει.
                                      Μοίρες 14 Νοεμβρίου 2012.